Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐπειδὰν δοκιμασθείην

См. также в других словарях:

  • επειδάν — ἐπειδάν (Α) (σύνδ.) 1. (για χρόνο) όταν, αφού («ταρβεῑ, ἐπειδὰν πρῶτον ἐσίζηται λόγον ἀνδρῶν», Ομ. Ιλ. «ἐπειδὰν σὺ βούλῃ διαλέγεσθαι», Πλάτ.) 2. (με ευκτ. αναφορικά με μέλλοντα χρόνο) αφού («δίκην με λήψεσθαι παρ αὐτῶν, ἐπειδὰν [αντί επειδή]… …   Dictionary of Greek

  • αν — (I) ἄν (Α) (επ. αιολ. και θεσσ. κε(ν), δωρ. και βοιωτ. κα) δυνητ. μόριο που χρησιμοποιείται με ρήματα, για να δηλώσει ότι κάτι υπάρχει ή συμβαίνει υπό ορισμένες περιστάσεις ή προϋποθέσεις παρουσιάζει ποικίλη χρήση και γι αυτό δεν είναι δυνατόν να …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»